ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΟΡΤΕΣ (2008)

ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΟΡΤΕΣ (2008)

Πες μου τώρα πως συμβαίνει και ο χρόνος μου αργοπεθαίνει
Κι οι ελπίδες ναυαγοί σ’ωκεανό

Πως τελειώνει μια αγάπη, ποιο καινούργιο μονοπάτι
Και που βγαίνει τώρα μετά από δω

Πες μου έστω ένα ψέμα, δώσε μου ένα λόγο για να ζω
Πως αλήθεια αυτό συμβαίνει, άραγε πως είναι δυνατό
Μια αγάπη που τελειώνει και ένα μέσα μου απέραντο κενό

Πες μου ποιο ξεκινάει ταξίδι, πως τελειώνει έτσι το παιχνίδι
Και ποιο όνειρο καινούργιο να βρεις

Πως γκρεμίζεις μια εικόνα που ‘χεις χτίσει τόσα χρόνια
Και πως όρθιος τώρα να σταθείς

Πες μου έστω ένα ψέμα, δώσε μου ένα λόγο για να ζω
Πως αλήθεια αυτό συμβαίνει, άραγε πως είναι δυνατό
Μια αγάπη που τελειώνει και ένα μέσα μου απέραντο κενό

Κλείσ’ τη πόρτα κλείδωσέ με
στο κελί μου άφησέ με
Μόνο μου χωρίς τροφή,
αφού ζω τη ζωή μου μισή

Άσε με να ζω μονάχος
το σωστό μου και το λάθος
Άσε με λοιπόν εκεί,
αφού ζω τη ζωή μου μισή

Αφού δεν μου κάνεις τη χάρη,
να μ’ αφήσεις να σε πάω στο φεγγάρι
στου μυαλού σου το δούρειο ίππο
το παιχνίδι μου εγκαταλείπω

Άσε με εκεί, στη γωνία
Στου γκρεμού την αγωνία
Δίχως να ‘χω ισορροπία,
Αφού ζω τη ζωή μου μισή

Κρύψε μου όλη την αλήθεια
Άσε με στα παραμύθια
Μόνο μου χωρίς βοήθεια,
Αφού ζω τη ζωή μου μισή

Μικρή ζωή σαν πυρκαγιά
Πολλής καπνός λίγη φωτιά
Θέα απ’το μπαλκόνι, ψυχή μου που’σαι μόνη
Κοιτάς τον κόσμο από ψηλά

Έρωτας όπως προσευχή
Πολλές ευχές λίγη σιωπή
Σιωπή που κρύβει δώρα κι αυτό που μένει τώρα
Το όνειρο να γκρεμιστεί

Πόσα τραγούδια αλήθεια έχουνε γραφτεί
Μα ένα τραγούδι ακόμα έγραψε για σένα
Για να χαρίσω σ’αυτό το τέλος μια αρχή
Για να ποτίσω την αλήθεια με ένα ψέμα

Όνειρα χτίζεις το πρωί
Κρατάνε μόνο μια στιγμή
Αρχίζει μια πορεία, σκληρή σαν τιμωρία
Και δεν υπάρχει επιστροφή

Δυο ψυχές βρέθηκαν πλάι
Η μια την άλλη να ακουμπάει
Το άγγιγμα έγινε πόνος κι ο χωρισμός σα δρόμος
Που δε γνωρίζεις που σε πάει

Εγώ αυτό που έχω πει, λέω το ξαναλέω
Πίσω απ’ το δαχτυλάκι μου δεν κρύβομαι, δεν φταίω
Αν για σε η ανουσιότητα βαφτίζεται ουσία
Θεώρησε για νόηση την κάθε ανοησία

Εγώ μέσα στο σπίτι μου ξενέρωτους δεν βάζω
Βάζω μόνο τους φίλους μου κι αφού τους δοκιμάζω
Χτίζω τα παράθυρα, η πόρτα μου κλειδώνει
Μα τρύπα κάπου βρίσκουνε, καθένας τους τρυπώνει

Μπαίνουν απ’ την τηλεόραση, απ’ τις εφημερίδες
Μήπως μεταμορφώνονται σε άθλιες κατσαρίδες
Και βρίσκουνε τη δίοδο, μαυρίζουν την ψυχή μου
Κι αν φιλικά μου φέρονται, το ξέρω, είναι εχθροί μου.

Άραγε είναι ο διάολος που το επιταχύνει
Κι ο όμορφος κόσμος ο ηθικός, διαβολικός να γίνει
Κρύβεται μέσα στις ψυχές πολιτικών κι εμπόρων
Γιατρών, δασκάλων, ποιητών, αλλά και δικηγόρων

Αφού δεν βγάζουνε φωτιές και κέρατα δεν έχουν
Πώς θα αναγνωρίσω το διάολο ποιοι κατέχουν;
Μήπως απ’ το χαμόγελο που κρύβει μια λαγνεία
Η μήπως που θεωρούν ζωή αυτή τη μαλακία;

Μπαίνουν απ’ την τηλεόραση, απ’ τις εφημερίδες
Μήπως μεταμορφώνονται σε άθλιες κατσαρίδες
Και βρίσκουνε τη δίοδο, μαυρίζουν την ψυχή μου
Κι αν φιλικά μου φέρονται, το ξέρω, είναι εχθροί μου.

Δε ξέρω αλήθεια τι να πω και που να πάω
Θέλω λιγάκι απλά να ζήσω πριν πεθάνω
Μέσα μου έχω ένα ποντίκι που βρυχάται
κι ένα λιοντάρι που κοιμάται

Τα τραγουδάκια μου είναι νότες στα χαμένα
Μικρά εγκληματάκια προμελετημένα
Είναι ιστορίες από μένα που’χω κλέψει
Κι οι εμπειρίες που’χω θρέψει

Και τίποτα άλλο δε ζητώ, μόνο να μάθω να πετώ
Κι όταν βρεθώ μες της ζωής μου το κενό
Να μη το φοβηθώ

Μα είναι της ζωής μου το αίνιγμα ταξίδι
Κι όλα τα πάθη επιτραπέζιο παιχνίδι
Μοιάζει η ψυχή μου μια γλαστρούλα στο μπαλκόνι
Που όσο ποτίζεται φουντώνει

Έλα και πες μου για τα δώρα που’χουν τάξει
Πολύχρωμες χαρές στιγμές από μετάξι
Κι αν μέσα απ’όλα αυτά βρίσκεις την αρετή σου
Και τη πιο όμορφη στιγμή σου

Είμαι μπερδεμένος, σ’ ένα κουτί κλεισμένος
Κι έχω κληρονομιά μου,
Τα χούγια του πατρός μου, τη μοναξιά εντός μου
και τη βρωμιά του κόσμου

Είμαι μπερδεμένος, σε κόλλα τυλιγμένος
Κι έχω για αναμνήσεις,
Το χθεσινό το βράδυ, ένα επίμονο σημάδι
και μια καρδιά ρημάδι

Αν γυρέψω τι και πως, ποιο το σκότος, ποιο το φως
Ίσως έτσι να σωθώ
Κι αν γυρέψω το γιατί, στους θορύβους, στη σιωπή,
Ίσως έτσι γιατρευτώ, στον παράδεισο να ζω
Μα όπως θα ‘μαι κουρασμένος,
σώφρων και απελπισμένος,
Θα απομείνω μπερδεμένος,
όταν γείρω να κοιμηθώ

Είμαι μπερδεμένος, σώφρων και απελπισμένος
Κι έχω για συντροφιά μου,
Μια μικρή παρέα, της γειτονιάς τα νέα
και μια πληγή μοιραία

Είμαι μπερδεμένος, νέος και γερασμένος
Κι έχω ιδιοκτησία,
τη στιγμιαία χαρά μου, τα λίγα τα λεφτά μου
και τα αρώματά μου

Έχω μια φυλακή, όμορφη και υγρή
μόλις παει και νυχτώνει
μέσα η ψυχή μου στρώνει να κοιμηθεί
Ποτέ μου δε ζητώ, έξω να παω να βγω
τι άλλο να ζητήσω
από τον κόσμο πίσω να κρυφτώ

Το μυαλό μου είναι μία φυλακή
κλείνει πόρτες κι αλήθειες ζητάει
μόλις βγω έξω για μια στιγμή μες στα πόδια μου εσύ
να μου λες σ’ αγαπώ και σ’ ορίζω
Της ψυχής μου τις νότες πατώ,
μουσική από μέσα να βγάλω
ντύνω απλά και λιτά το κενό, μόνος μου συζητώ
τι να πω και που να πάω δεν γνωρίζω

Κι’έχω μια μηχανή που βγάζει απ’ τη ζωή
μόλις θα ξεκινήσω
πως θα γυρίσω πίσω θα ζητώ
όταν την οδηγώ πηδάω απ’ το γκρεμό
με όρθιο το κεφάλι
στα δύο μου πόδια πάλι θα σταθώ

Το μυαλό μου είναι μια μηχανή
παίρνει μπρος και πορεία ζητάει
κι όταν κάνει μια παύση μικρή μες στα πόδια μου εσύ
να μου λες σ’ αγαπώ και σ’ ορίζω Της ψυχής μου τις νότες πατώ,
μουσική από μέσα να βγάλω
ντύνω απλά και λιτά το κενό, μόνος μου συζητώ
τι να πω και που να πάω δεν γνωρίζω

Σβήνω τα τοπία, μένει μόνο η ουτοπία
Και μια χίμαιρα που έχω από μικρός
Σπάω σε κομμάτια τα δοσμένα μονοπάτια
Τα παράθυρα που μέσα βάζουν φως

Τρεις φορές σ’αρνιέμαι και στο ψέμα μου κρεμιέμαι
Και το δόλωμα τσιμπάω σαν τρελός
Σβήνω τα τοπία, μένει μόνο η ουτοπία
Θήραμα είμαι μαζί και κυνηγός

Η αλήθεια του κόσμου είναι εδώ
Το ψέμα του κόσμου είναι εδώ
Ότι χτίζουν, τοπίο θολό και συνήθεια
Και το ψέμα που ζω είναι η αλήθεια

Επιθετικές κεραίες σβήνουν όλες τις ιδέες
Τα χαμόγελα που αφήνουνε πλαστά
Χτίζουν στα χαλάσματα μοντέρνα νέα άσματα
Σε κεφάλια που τους λείπουνε τ’ αυτιά

Στη σειρά στήνονται εικόνες σαν ενέσιμες ορμόνες
Εντρυφούν στη βλακεία οι ποιητές
Και η μάχη γεύση νέα, για τους φίλους στην παρέα
Επικήδειος για γάμους και γιορτές

Η αλήθεια του κόσμου είναι εδώ …

Πιάνω τη μέρα φίλη, πέφτει νωρίς το δείλη
Στη νύχτα τώρα ψάχνω λίγο φως
Κάνω να ξεκουνήσω, πίσω μου να σ’αφήσω
Μα είναι τούτος δύσκολος σκοπός

Η πόρτα είναι κλειστή
Και γύρω δρόμοι με σκουπίδια και ψυχές αποκαΐδια
Η πόρτα είναι κλειστή
Και μέσα φώτα και φωνές και αθεράπευτες πληγές
Ψάχνουν ζωές

Τίποτα δε ταιριάζει, δε μας αναταράζει
Νούφαρο είναι σε στάσιμα νερά
Και μέσα στη λεκάνη, χτίζεται μια πλεκτάνη
Αυτό που επιπλέει μας οδηγά

Η πόρτα είναι κλειστή…

Στο θόρυβο στα πλήθη, κρύβεται μέσα η λήθη
Κι οι φίλοι μου όλοι μαύρα ξωτικά
Είναι μακρύς ο δρόμος κι ο έρως καινοτόμος
Αποχυμώνει πίκρες από τη χαρά

Η πόρτα είναι κλειστή…

Λέω πολλά, μα απλά,
Ψάχνω να βρω κάποιους τρόπους
Για να πω όσα δω, και όσα αισθανθώ.
Όνομα και αριθμό, ταμπέλα βάζω στα όνειρά μου
Συσκευές ασύρματες να τα κουβαλώ.

Είμαι χαμένος πάντα εκεί,
Στην ηρεμία και στην τάξη
Εκκρίνω ουσίες μετάξι
Είμαι εξάρτημα απλό
Της μηχανής και του νόμου
Και της οργής
Κι ότι ερωτεύομαι λέω αλήθεια και φως.

Μη μου λες τίποτα, τ’ όνειρό μου κάνω χάζι
Πίσω εκεί στη σιωπή, κρύβω υποταγή
Να’ ρθει απλά μια στιγμή, το μαχαίρι απ’ το ζωνάρι
Για να βγει να βαφτεί μ’ αίμα πορφυρό.

Είμαι χαμένος κλπ.

Από έρωτα, από ντροπή, ίσως όμως κι από φόβο
Μιαν αυγή, μια κραυγή, Θεέ μου να μου βγει.
Να βρεθώ εκεί γυμνός στα νερά του Ιορδάνη
Νέα αρχή κι όνομα, για να βαφτιστώ.

Είμαι χαμένος κλπ.